ΧΡΟΝΟΜΗΧΑΝΗ

Η μέρα που ο «Μότσαρτ των γηπέδων» ρεζίλεψε τους Ναζί…


Βρισκόμαστε στο πρώτο μισό του 20ου αιώνα, με το μαύρο πέπλο του φασισμού και των Παγκοσμίων Πολέμων να έχουν σκεπάσει με αίμα και θάνατο την υφήλιο. Χίτλερ, Μουσολίνι και τα ανά την Ευρώπη φιλο-δικτατορικά καθεστώτα προσπαθούν να εδραιώσουν τις απολυταρχικές τους θέσεις στους πολίτες, χρησιμοποιώντας τον αθλητισμό και δη το ποδόσφαιρο ως ένα μέσο προπαγάνδας, ως ένα σύγχρονο «δούρειο ίππο» που θα επιβεβαίωνε τις ακραίες θεωρίες περί «άριας φυλής», «ανωτερότητας» και «υπερίσχυσης»… Στο κέντρο της Ευρώπης, η Βιέννη, αποτελεί ένα σπουδαίο μέρος απ’ το οποίο ξεπηδούν σπουδαίες προσωπικότητες (Φρόιντ, Χάγιεκ κ.α), με τα περίφημα καφέ της πόλης να είναι κέντρα διανόησης, πολιτικών ζυμώσεων, μουσικής και… ποδοσφαίρου!

Η καταπάτηση κάθε προσπάθειας αντίδρασης στο Μουντιάλ του 1934 που κατέκτησε με το «έτσι θέλω» η φασιστική Ιταλία, είχε δείξει έναν καινούργιο κόσμο στον Χίτλερ που ονειρευόταν την διάκριση στο επερχόμενο Παγκόσμιο Κύπελλο της Γαλλίας (1938). Μια ομάδα όνειρο,, η περίφημη «Wunderteam» έμπαινε εμπόδιο στα σχέδια των Ναζί, που δεν μπορούσαν να αντιμετωπίσουν με την μέτρια ποδοσφαιρική ομάδα τους την ξεχωριστή Εθνική Αυστρίας. Πίσω στη Βιέννη, ο «Μότσαρτ των γηπέδων» χόρευε βαλς τους αντιπάλους και δημιουργούσε ένα είδωλο στους καταπιεσμένους εργάτες στα εργοστάσια, βάζοντας το ποδόσφαιρο σε περίοπτη θέση της κοινωνίας των καφέ.

Ο Χίτλερ θέλησε να βγάλει από τη μέση την Αυστρία και να ενσωματώσει τους σπουδαίους παίκτες της στο Γ’ Ράιχ ώστε να αγωνιστούν με την Εθνική Γερμανίας για να αυξήσουν τις πιθανότητες για την κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Έτσι στις 3 Απριλίου 1939 διοργάνωσε ένα φιλικό στο στάδιο Πράτερ στη Βιέννη για να γιορτάσει την «ένωση» των δύο ομάδων…

Κάπου εδώ θα ανοίξουμε δύο παρενθέσεις για να μάθουμε λίγα πράγματα για την «Βούντερτιμ» και τον κορυφαίο παίκτη στον κόσμο πριν από το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, τον εβραϊκής καταγωγής Ματίας Ζίντελαρ που ρεζίλεψε τον Χίτλερ, έναν άνθρωπο που έμελλε να γράψει ξεχωριστή ιστορία, με ένα τεράστιο μυστήριο για τον θάνατο του να πλανάται γύρω από το όνομα του ακόμη και σήμερα…

Ο Ζίντελαρ δεξιά στην φωτογραφία…

Μια ποδοσφαιρική ευφυία που χάρισε τα πιο γλυκά… βαλς
Άνοιξε τα μάτια του στις 10 Φεβρουαρίου 1903, στο χωριό Κοζλόφ, όντας παιδί προσφύγων από τη Γιχλάβα της Μοραβίας στην Τσεχία, που τότε ανήκε στην Αυστροουγγρική αυτοκρατορία. Ο φτωχός σιδηρουργός Γιαν Ζίντελαρ και η σύζυγος του Μαρί, δύο χρόνια αργότερα αποφάσισαν να μετακομίσουν στην περιοχή Φαβορίτεν της Βιέννης, μια περιοχή που μιλούσαν Τσέχικα και μπορούσαν να εγκλιματιστούν πιο εύκολα, μαζί με τα 4 παιδιά τους. Από νωρίς ο μικρός Ματίας είχε δείξει το ταλέντο του στους δρόμους της πόλης, ξεχωρίζοντας από τα άλλα παιδιά εντυπωσιάζοντας έναν περαστικό ο οποίος τον πήγε αμέσως στην τοπική ομάδα Φαβορίτεν με αποτέλεσμα αργότερα, ο κυνηγός ταλέντων, Καρλ Βάιμαν να τον εντοπίσει και τον πείσει να ενταχθεί στο τμήμα νέων της Χέρτα Βιέννης στα 15 του χρόνια. Ο πόλεμος συνεχίζεται και ο Γιαν, ο οποίος εργαζόταν σαν οικοδόμος κλήθηκε να πολεμήσει για την πατρίδα του, με αποτέλεσμα να σκοτωθεί το 1917.

Σύντομα όλοι μιλούσαν για τον νεαρό επιθετικό που ξεχώριζε τόσο πολύ από τα τότε ποδοσφαιρικά δεδομένα (σ.σ. επιθετικοί με τεράστια δύναμη, μύες και ύψος), με την εκπληκτική του κίνηση ανάμεσα στους αντιπάλους και την εξαιρετική τεχνική του κατάρτιση να του αποδίδουν πολλά προσωνύμια όπως «Der Papierene» (δηλαδή ο «Χάρτινος») και ο «δαντελένιος». Όσοι τον είδαν να αγωνίζεται είχαν να πουν για την απίστευτη ποδοσφαιρική του οξυδέρκεια. Ότι του έλειπε σε ύψος και μυϊκή μάζα, τα είχε σε περίσσευμα τεχνικής και μυαλού. Αυτοί που πρόλαβαν να τον δουν να αγωνίζεται, διηγούνταν ότι έμοιαζε σαν να έχει εγκέφαλο στα λεπτά του πόδια τα οποία όριζε μοναδικά. Μόνο όταν η μπάλα σταματούσε στα δίχτυα, καταλάβαιναν τι είχε συμβεί.
Λίγο καιρό μετά, προήχθη στην ανδρική ομάδα αλλά ακόμη και με τον Ζίντελαρ στην σύνθεση της η Χέρτα δεν κατόρθωσε να αποφύγει τον υποβιβασμό τη σεζόν 19231924. Παρέμεινε στην ίδια πόλη και υπέγραψε την ίδια χρονιά στους «ερασιτέχνες της Βιέννης» («Βιένερ Αματέουρ SV»), την ομάδα που έπειτα από ένα χρόνο θα μετονομαζόταν στη γνωστή Αούστρια Βιέννης. Με την φανέλα της θα πετύχαινε το απίστευτο ρεκόρ των 600 γκολ σε περίπου 700 εμφανίσεις (!) Ο «Ζίντι» δεν κατέκτησε πολλούς τίτλους, μόνο ένα πρωτάθλημα Αυστρίας το 1926 και πέντε Κύπελλα στη χώρα του (1925, 1926, 1933, 1935 και 1936). Στα 2 πρώτα χρόνια με την Αούστρια όμως είχε προκαλέσει τόσο ντόρο με τα επιτεύγματα του, που κλήθηκε για πρώτη φορά στη μυθική «ομάδα των θαυμάτων», την «Βούντερτιμ».

Η μεγαλη ομάδα της Εθνικής Αυστρίας με τον Ζίντελαρ στο κέντρο πάνω από τον τερματοφύλακα…

Ο Ζίντελαρ και το γκολ στους Άγγλους (!)
Το υπέλραμπρο άστρο του Ζίντελαρ έλαμψε με τα «ερυθρόλευκα» χρώματα της Εθνικής. Σε 43 ματς πέτυχε 27 γκολ και το προσωπικό του «highlight» (σ.σ. αν είναι δόκιμο να αναφέρουμε κάτι τέτοιο για μια τέτοια προσωπικότητα), ήταν το γκολ που πέτυχε κόντρα στην Αγγλία, στο φιλικό στις 7 Δεκεμβρίου του 1932 στο Λονδίνο, ως άλλος Ντιέγκο Μαραντόνα, 54 χρόνια νωρίτερα από τον Αργεντινό, περνώντας όλους τους Άγγλους πριν σκοράρει. «Το γκολ του Ζίντελαρ ήταν ένα έργο τέχνης, που κανείς άλλος πριν ή μετά από αυτόν δεν θα μπορέσει να αντιγράψει. Ο κόσμος στο Λονδίνο σηκώθηκε όρθιος για να το χειροκροτήσει και κάθισε ξανά μετά από 20 λεπτά», είχε πει ο Βέλγος διαιτητής που διηύθυνε τη νίκη των «τριών λιονταριών» επί των Αυστριακών με 4-3. Δυστυχώς δεν υπάρχει εικόνα από αυτό που όσοι το είδαν το αποκάλεσαν ακόμα και «Γκολ του Αιώνα», εντούτοις πολλές αγγλικές ομάδες εντυπωσιάστηκαν και έκαναν μεγάλες προσφορές στην Αούστρια για να τον αποκτήσουν. Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ εκδήλωσε το πιο έντονο ενδιαφέρον, αλλά ο Ζίντελαρ αρνήθηκε να εγκαταλείψει την ομάδα, τη χώρα, καθώς και τη μητέρα του, με την οποία έμενε μαζί σε ένα διαμέρισμα στη Βιέννη και τη βοηθούσε στο καθαριστήριο που είχε ανοίξει, ενώ κάποιοι θα υποστηρίξουν ότι ίσως φοβόταν και τον πολύ σκληρό τρόπο που έπαιζαν τότε στο Νησί. Όπως αναφέρει στο ντοκιμαντέρ του BBC «Φασισμός και Ποδόσφαιρο» ο Έγκον Ούλμπριχ (γραμματέας της Αουστρία Βιέννης 1933-1956), «ο Ζίντελαρ είχε γίνει είδωλο όχι μόνο για εμάς, αλλά και για τους αντιπάλους μας. Όλοι τον λάτρευαν

Η ποδοσφαιρική καριέρα του εξελισσόταν λαμπρά, αφού κατέκτησε άλλο ένα Κύπελλο Αυστρίας το 1933, καθώς και το Mitropa Cup (σ.σ. διοργάνωση που αφορούσε στις ομάδες της Κεντρικής Ευρώπης) την ίδια χρονιά, όπου η Αούστρια νίκησε σε διπλούς τελικούς την ιταλική ΊντερΑμπροζιάνα (σ.σ. μετέπειτα Ίντερ). Ο Ζίντελαρ γίνεται εν μέσω του πολέμου ο πρώτος μεγάλος αστέρας του ποδοσφαίρου που πρωταγωνίστησε σε διαφημιστικά σποτ στο ραδιόφωνο και διαφήμισε σε αφίσες από γλυκά μέχρι πορτοφόλια, γάλα και ρολόγια, ενώ συμμετείχε ακόμη και σε μία ταινία με τίτλο: «Η Ρόξι και η φανταστική της ομάδα».
Προς το τέλος της δεκαετίας (1938-39), μετά την εισβολή των Ναζί στην Βιέννη και τα όσα επακολούθησαν, ο Ματίας Ζίντελαρ άρχισε να μετατρέπεται σε μύθο που ξεπέρασε τα ποδοσφαιρικά όρια, αρχής γενομένης από την έκδηλη απόρριψη του Ναζισμού, καθότι δηλωμένος Σοσιαλιστής. Με τη γερμανική κατοχή, η Αούστρια Βιέννης η οποία είχε τις ρίζες της στη μεσαία τάξη της συγκεκριμένης εθνικοθρησκευτικής ομάδας άλλαξε το όνομά της σε SC Ostmark Wien, απέκτησε νέο πρόεδρο, τον Χέρμαν Χάλντενβαγκ, ο οποίος έβαλε διακοπή συμβολαίων σε όλους τους Εβραίους παίκτες της ομάδας, ενώ απαγορεύθηκε σε όσους παρέμειναν να έχουν επαφές μαζί τους. Παράλληλα, προωθήθηκε και μία αλλαγή στον τρόπο παιχνιδιού σε πιο «γερμανικά και άρια πρότυπα» με περισσότερη δύναμη και λιγότερη τεχνική. Μετά από όλα αυτά, αποφάσισε να ανοίξει μια καφετέρια και να μην ασχοληθεί με το ποδόσφαιρο. Εκεί τον προσέγγισαν μέλη του Εθνικοσοσιαλιστικού Γερμανικού Εργατικού Κόμματος, αλλά αρνήθηκε να αλλάξει την απόφασή του να παρατήσει το άθλημα που τον ανέδειξε, αλλά κυρίως το ανέδειξε εκείνος. Τελικά, έπαιξε σε ένα τελευταίο παιχνίδι, στις 16 Δεκεμβρίου 1938 ενάντια στη Χέρτα Βερολίνου, στο οποίο πέτυχε ένα από τα τέσσερα γκολ (2-2). Ο Ζίντελαρ αγνοούσε τις απαγορεύσεις και συνέχισε να διατηρεί φιλικές σχέσεις με όσους Εβραίους πρώην συμπαίκτες του δεν εγκατέλειψαν τη χώρα, αλλά και με τον πρώην πρόεδρο Μίχελ Σβαρτς. Ωστόσο, ο κυριότερος τρόπος που εξέφραζε την αντίθεσή του και εξόργιζε το νέο καθεστώς ήταν το γεγονός ότι έπαιζε ποδόσφαιρο, όπως μόνο αυτός μπορούσε…

Η Ομάδα όνειρο που διέλυσαν οι Ναζί!
Ο θρύλος της Εθνικής Αυστρίας μεσουράνησε περίπου στα 1920-1930, όταν η ομάδα της κεντρικής Ευρώπης, σκορπούσε τον ενθουσιασμό με τις πρωτόγνωρες για την εποχή του Μεσοπολέμου τακτικές και έχοντας παίκτες στην σύνθεση της που ξεχώριζαν με διαφορά. Δεν είναι υπερβολή να αναφέρουμε ότι οι ιστορικοί θεωρούν εκείνη την Αυστρία ως την η πρώτη επαναστατική Εθνική όλων των εποχών. Την πρώτη από τις 3+1 Βασίλισσες που έμειναν δίχως στέμμα (μαζί με τις Ουγγαρία 1954, Ολλανδία 1974, αλλά και τη Βραζιλία 1982-’86 που δεν έπαιξε σε τελικό), την ομάδα που όπως όπως και η μεταπολεμική Ουγγαρία, έμεινε χωρίς κάποιον τίτλο.
Με μαέστρο τον Ούγκο Μάισλ στον πάγκο της από το 1919, οι Αυστριακοί παρέμειναν αήττητοι για 14 ματς (από τον Απρίλιου το 1931 έως τον Δεκέμβριο του 1932), σε ένα απίστευτα πρωτοποριακό σύστημα 2-3-5, με εκπληκτικούς για την εποχή παίκτες (Χόρβατ, Σέστα, Ζιτσκεκ, Μπίτσαν, Σχαλ, Ούριντιλ) και κορυφαίο όλων των Ματίας Ζίντελαρ
Βέβαια ο ασυμβίβαστος χαρακτήρας του Ζίντελαρ, δεν θα μπορούσε να μην δημιουργήσει «προβλήματα» ακόμη και στην ίδια του την Εθνική. Γιατί μπορεί οι ιδέες του Μάισλ να ήταν πρωτοποριακές, όμως δεν μπορούσε να μην ακολουθήσει το ρεύμα της εποχής του που ήθελε στην επίθεση των ομάδων, «ογκώδεις» στράικερ, με αποτέλεσμα να προτιμήσει τον Γιόζεφ Ούριντιλ. Σημαντικό ρόλο έπαιζε και η πειθαρχία που απαιτούσε από τους παίκτες του και ήταν αδιαπραγμάτευτη. Η αγάπη του «Μότσαρντ» για τον τζόγο, τις γυναίκες, τα αυτοκίνητα και ο γενικότερος του βίος, ανάγκασε τον Μάισλ να τον εξαιρέσει από την εθνική ομάδα από τον Οκτώβριο του 1928 έως τον Μάιο του 1931.

Με την επιστροφή του κορυφώθηκε ακόμη περισσότερο ο μύθος της «Wunderteam». Η πρώτη ήττα της Σκωτίας σε διεθνές επίπεδο με 5-0 στις 16 Μάιου του 1931, και οι συντριβές της Γερμανίας με 6-0 (24 Μαΐου 1931) και 5-0 (14 Σεπτεμβρίου 1931), της Ουγγαρίας με 8-2 (24 Απριλίου 1932) και της Γαλλίας με 4-0 (12 Φεβρουαρίου 1933 στο Παρίσι), ήταν μερικές από τις εντυπωσιακές νίκες της. Η ιστορία όμως έμελλε να γράψει ένα διαφορετικό μέλλον για τον κόσμο. Στις 30 Ιανουαρίου 1933 ο -γεννημένος Αυστριακή πόλη Μπραουνάου Αμ Ιν-Αδόλφος Χίτλερ καταλαμβάνει την εξουσία στην Γερμανία και τον Απρίλιο του 1933 η Αυστρία θα δεχτεί μια ήττα από την Τσεχοσλοβακία με 2-1, σαν προμήνυμα των όσων ζοφερών πλησίαζαν τη Βιέννη!

Ακολούθησε το Παγκόσμιο Κύπελλο στην Ιταλία το 1934, με τον Ζίντελαρ σε ηλικία 31 ετών να είναι έτοιμος με την ομάδα του να ανέβει στην κορυφή, όντας το μεγάλο φαβορί για την κατάκτηση του τροπαίου. Τα οικονομικά προβλήματα στη χώρα δεν επέτρεπαν στην ομάδα να έχει μαζί της γυμναστή και μασέρ, αλλά ακόμα κι έτσι η Αυστρία έκανε μια άνετη πορεία μέχρι τα ημιτελικά (3-2 την Γαλλία, 2-1 την Ουγγαρία), όπου πλέον έπρεπε να αντιμετωπίσει τη διοργανώτρια χώρα. Την ίδια ομάδα την είχε νικήσει δύο χρόνια πριν, στις 20 Μαρτίου 1932 με 4-2 στον τελικό του Ευρωπαϊκού Κυπέλλου Κεντρικής Ευρώπης, αλλά τώρα όλα ήταν εναντίον τους. Η ακατάπαυστη βροχόπτωση είχε μετατρέψει σε βούρκο το γήπεδο στο Μιλάνο, η «Wunderteam» δεν μπόρεσε να επιβάλει το παιχνίδι της και να αποδώσει το ποδόσφαιρο με τις γρήγορες εναλλαγές και τις αλλαγές θέσεων. Σε όλα αυτά προσθέστε και τον Σουηδό διαιτητή Ιβάν Έκλιντ, ο οποίος είχε δειπνήσει με τον δικτάτορα Μπενίτο Μουσολίνι μόλις μία ημέρα πριν από το ματς…Η μάχη του Ζίντελαρ με τον αμυντικό και αρχηγό των «ατζούρι» Λουίς Μόντι (σ.σ. που είχε εκθέσει ο Ζίντελαρ, με το γκολ που πέτυχε σε εκείνον τον τελικό πριν 2 χρόνια, περνώντας την μπάλα με το κεφάλι (!) πάνω από δύο αμυντικούς, προτού «κρεμάσει» τον επερχόμενο τερματοφύλακα), είχε σαν αποτέλεσμα ο γεννημένος στο Μπουένος Άιρες αμυντικός να χτυπήσει στο ξεκίνημα του αγώνα τον «Μότσαρντ», με ένα πολύ σκληρό τάκλιν που συνοδεύτηκε από μια κλωτσιά την ώρα που ήταν πεσμένος στο έδαφος, χωρίς βεβαίως να ασχοληθεί καν ο διαιτητής. Με τον Ζίντελαρ επί της ουσίας εκτός αγώνα κι ένα γκολ-οφσάιντ που μέτρησε, οι Ιταλοί προκρίθηκαν στον τελικό και κατέκτησαν τον τίτλο απέναντι στην Τσεχοσλοβακία, σε ένα ματς που διαιτητής ορίστηκε ξανά ο Ίβαν Έκλιντ, ενώ η Αυστρία τερμάτισε τέταρτη, χάνοντας στον αδιάφορο μικρό τελικό από τη Γερμανία με 3-2.

Ο θάνατος του Μάισλ το 1937 ήταν το ξεκίνημα του… τέλους! Η Αυστρία χωρίς τον Μάισλ στον πάγκο της δεν ήταν πια η ομάδα του παρελθόντος, αλλά με την ποιότητα που της προσέφεραν οι αστέρες της προκρίθηκε στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1938. Εντούτοις, δεν ήταν γραφτό να συμμετάσχει σε αυτό, καθώς στις 11 Μαρτίου 1938 τα γερμανικά τανκ έφτασαν στη Βιέννη και η χώρα τελούσε πλέον υπό ναζιστική κατοχή, όπως ανακοίνωσε επισήμως ο Αδόλφος Χίτλερ δύο ημέρες αργότερα. Όπως συνέβη τότε σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής, έτσι και στο ποδόσφαιρο, ανακοινώθηκε το εξής: «Οποίος θέλει να συνεχίσει να παίζει ποδόσφαιρο, οφείλει να το κάνει στα γερμανικά πλαίσια και να τιμήσει χρώματα της Γερμανίας!». Οι Αυστριακοί διεθνείς ήταν πλέον υποχρεωμένοι να αγωνίζονται στην εθνική Γερμανίας. και η πλειονότητα τους, επέλεξε να σταματήσει τη μπάλα.
Οι Γερμανοί όμως ήθελαν σαν τρελοί τον Ζίντελαρ. Ήξεραν πως με αυτόν στην ομάδα τους, θα είχαν ελπίδες για το Μουντιάλ. Του έταξαν τα πάντα. Χρήμα, δόξα, καταξίωση, ζωή! Ο 34χρονος τότε επιθετικός αρνήθηκε πολλές κρούσεις για να συμμετάσχει σε ποδοσφαιρικά καμπ που διοργάνωναν οι Ναζί, αλλά και στη νέα εθνική ομάδα που δημιουργήθηκε προβάλλοντας ως δικαιολογίες. Πότε έλεγε ότι δεν άντεχαν τα πόδια του και πότε έφερνε ως πρόβλημα την ηλικία του, κάτι που εξόργισε τους κατακτητές. Ο Ζεπ Χερμπέργκερ, ο προπονητής που οδήγησε τη Δυτική Γερμανία στην κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλλου το 1954 και ήταν αυτός που είχε προσπαθήσει επανειλημμένως να πείσει τον Ζίντελαρ να συμμετάσχει στη νέα εθνική ομάδα, δήλωσε χρόνια μετά πως στη στάση του παίκτη δεν έβλεπε τίποτα προσωπικό, παρά μόνο την απόλυτη απέχθεια προς το ναζιστικό καθεστώς. Κάπως έτσι φτάνουμε στις 3 Απριλίου 1938…

Η μέρα που ταπείνωσε τον Χίτλερ!!!
…Έχοντας καταλάβει τα εδάφη της για να εκπληρωθεί το όραμα της περίφημης «Anschluss» («Ένωσης»), την οποία ονειρευόταν ο αυστριακής καταγωγής, Χίτλερ, αποφάσισε στις 3 Απριλίου εκείνου του έτους να διεξαχθεί ένας φιλικός αγώνας προς τιμή αυτής της… ένωσης, μεταξύ της Ostmark (Αυστρίας) και της Altreich (Γερμανίας), το οποίο θα ήταν και το τελευταίο ματς στο οποίο θα διασταύρωναν τα ξίφη τους, σύμφωνα με το καθεστώς.
Ο αγώνας θα γινόταν στο στάδιο Πράτερ στη Βιέννη μπροστά σε 60.000 θεατές και προσκεκλημένοι ήταν αξιωματούχοι του Γ’ Ράιχ με τους Ναζί να επιθυμούν το παιχνίδι να λήξει ισόπαλο, προκειμένου να μην δυσαρεστηθεί καμία από τις δύο πλευρές. Οι Αυστριακοί ζήτησαν να παίξουν με τις παραδοσιακές ερυθρόλευκες εμφανίσεις και όχι με ασπρόμαυρες, αίτημα που έγινε δεκτό από τους Γερμανούς.
Οι εφημερίδες της εποχής ανέφεραν πως ο Ζίντελαρ έχασε αρκετές ευκαιρίες μπροστά από την εστία των Γερμανών, αστοχώντας σε πολλές από αυτές επιδεικτικά, για να εκφράσει την αντίδρασή του για όσα γίνονταν στο χορτάρι. Κατά τη διάρκεια του πρώτου ημιχρόνου, τουλάχιστον δύο φορές, πέρασε όλη τη γερμανική άμυνα και όταν έφτασε μπροστά στο αντίπαλο τέρμα πέταξε την μπάλα άουτ. Αυτό συνέβαινε για 61 λεπτά, αλλά στο 62’… πήρε το… ριμπάουντ από ένα σουτ του Γιόζεφ Μπίτσαν, άνοιξε το σκορ και πανηγύρισε έξαλλα. Λίγα λεπτά αργότερα, όταν ο Καρλ Σέστα διπλασίασε το αυστριακό προβάδισμα με εκτέλεση φάουλ, οι 60.000 θεατές σηκώθηκαν στο πόδι φωνάζοντας «Αυστρία-Αυστρία». Ο αγώνας τελείωσε τελικά 2-0 υπέρ των Αυστριακών με τον Ζίντελαρ να πανηγυρίζει μπροστά από την κερκίδα των επισήμων, όπου κάθονταν φυσικά και τα στελέχη του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος, χορεύοντας βαλς μαζί με τον φίλο του και σκόρερ του δεύτερου γκολ Καρλ Σέστα. Αυτή η ενέργεια προκάλεσε την οργή των Γερμανών που έβλεπαν έναν μικρόσωμο αδύνατο άντρα να προκαλεί πλήγμα στην εικόνα του πανίσχυρου ναζιστικού καθεστώτος.

Η διαρροή του γκαζιού.. Αυτοκτονία ή δολοφονία;
Ο εξευτελιστικός τρόπος με τον οποίο η Αυστρία νίκησε 2-0 την Γερμανία ήταν κάτι που οι Ναζί δεν θα μπορούσαν να δεχτούν χωρίς αντίποινα. Ο Ζίντελαρ ήταν πλέον ένας εχθρός και κάθε του παρουσία επιβεβαίωνε την δυναμική του «Χάρτινου» που είχε αναδειχτεί στις καρδιές του κόσμου ως μια μορφή ελευθερίας και αντίστασης στον φασισμό. Έτσι όταν έδωσε το «παρών» ως θεατής στον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου της Γαλλίας το 1938, μεταξύ της Ιταλίας και της Ουγγαρίας, αντιλαμβανόμενοι την παρουσία του, οι θεατές άρχισαν να τραγουδούν τη «Μασσαλιώτιδα».
Όμως πίσω στην Βιέννη τα πράγματα γίνονταν όλο και χειρότερα. Αρκετοί πρώην συμπαίκτες του διώχθηκαν μετά την άρνησή τους να ενταχθούν στο Ναζιστικό Κόμμα και ο Ζίντελαρ αγόρασε ένα μπαρ στη γειτονιά που μεγάλωσε. Ο χώρος ανήκε σε έναν Εβραίο ονόματι Λέοπολντ Ντριλ και ο πρώην άσσος πλήρωσε 20.000 μάρκα για να το αγοράσει, σε μία εποχή που τα καταστήματα των Εβραίων κατάσχονταν από τις αρχές και οι ίδιοι εξορίζονταν από τη χώρα. Όπως είναι φυσικό αυτό δεν άρεσε στο καθεστώς, το οποίο τον είχε βάλει στο μάτι προ πολλού και πλέον τον χαρακτήριζε «φιλικό προς Εβραίους», γεγονός που επιβεβαιωνόταν και από την πελατεία. Η Γκεστάπο άρχισε να τον παρακολουθεί στενά, ενώ η κίνησή του να μην κολλήσει αφίσες του Ναζιστικού Κόμματος και να μην προσκαλέσει κάποιο στέλεχος στα εγκαίνια έκανε χειρότερη την κατάσταση.

Στις 23 Ιανουαρίου 1939 ο στενός φίλος του Γκούσταβ Χάρτμαν τον έψαχνε όλο το απόγευμα και δεν τον έβρισκε πουθενά, ώσπου πήρε την απόφαση να σπάσει την πόρτα του διαμερίσματος του στη Βιέννη. Εκεί τον βρήκε νεκρό στην αγκαλιά της Ιταλίδας αρραβωνιαστικιάς του Καμίλα Καστινιόλα, η οποία δεν είχε τις αισθήσεις της κι επίσης απεβίωσε λίγο αργότερα στο νοσοκομείο. Σύμφωνα με το πόρισμα της Αστυνομίας, η αιτία θανάτου του ζευγαριού ήταν ασφυξία λόγω διαρροής μονοξειδίου του άνθρακα από τη σόμπα του σπιτιού. Στις 25 Ιανουαρίου οι εφημερίδες της Βιέννης μιλούσαν για δολοφονία του παίκτη, ενώ αργότερα προστέθηκε και το ενδεχόμενο της αυτοκτονίας. Οι έρευνες συνεχίστηκαν για 6 μήνες, χωρίς να προκύψει λύση στην υπόθεση και τότε ήταν που οι ναζιστικές αρχές έδωσαν εντολή να κλείσει ο φάκελος της υπόθεσης, φουντώνοντας τις φήμες ότι εμπλέκονταν στον θάνατο του Ζίντελαρ. Μέρος των αρχείων της Αστυνομίας καταστράφηκε ή χάθηκε κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, συνεπώς κανείς δεν μπορεί να μάθει τι ήταν τελικά αυτό που οδήγησε στον θάνατο του σπουδαίου ποδοσφαιριστή και της αρραβωνιαστικιάς του. Υπάρχουν αντικρουόμενες μαρτυρίες από γείτονες που παραπονέθηκαν για πρόβλημα σε κάποια καμινάδα της πολυκατοικίας λίγες ημέρες νωρίτερα και από περιγραφή αστυνομικού που έγραφε ότι η σόμπα δεν έδειξε να έχει βλάβη σε έλεγχο που της έγινε. Το 2003 στο ντοκιμαντέρ του BBC, ο Έγκον Ούλμπριχ, ισχυρίστηκε ότι οι τοπικές αρχές δωροδοκήθηκαν για να καταγραφούν οι θάνατοι σαν ατύχημα, καθώς λόγω των ναζιστικών νόμων απαγορευόταν να ταφεί κάποιος με τιμές αν είχε αυτοκτονήσει ή δολοφονηθεί. Σε κάθε περίπτωση ο θάνατος του «Μότσαρτ των γηπέδων» συγκλόνισε τη χώρα και χαρακτηριστικό είναι ότι στα γραφεία της Αούστρια έφτασαν πάνω από 40.000 συλλυπητήρια τηλεγραφήματα, στα περισσότερα εκ των οποίων οι αποστολείς αξίωναν να μάθουν νέα για την υπόθεση.

Στην κηδεία του παρευρέθηκαν χιλιάδες συμπατριώτες του που αψήφησαν την σχετική απαγόρευση των Ναζί. Ο «Μότσαρτ των γηπέδων» έφυγε από έναν κόσμο στον οποίο αρνήθηκε να υποδουλωθεί. Έζησε και μεγάλωσε σε μια χώρα που την είδε να ακμάζει και να διαλύεται από τα φασιστικά στρατεύματα και θα μείνει αιώνια ένα αναπάντητο ερώτημα που θα ζωντανεύει τις αέρινες κινήσεις του κάτω από ήχους ενός πένθιμου βαλς, όσο η φιγούρα του θα ταξιδεύει στις μνήμες των φίλων του ποδοσφαίρου. Ο Ζίντελαρ έφυγε από έναν κόσμο που δεν μπορούσε να του δώσει τίποτα περισσότερο από πόνο, πίκρες, δυστυχία… Αλλά γύρω από τον μύθο του, τον θάνατο του και την δολοφονία (;) του θα μείνει πάντα ο άνθρωπος που αντιστάθηκε, που δεν υπέκυψε ποτέ και έγινε σύμβολο για τις επόμενες γενιές. Και αυτές οφείλουν να ταξιδεύουν τη μνήμη του στο πέρασμα των χρόνων, ώστε να μάθουν όλοι για τον αέρινο χορευτή των γηπέδων που ρεζίλεψε τον Χίτλερ…


Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *